Ο Ανδριώτης έστελνε τακτικά στον Τριανταφυλλίδη χειρόγραφα του λεξικού του, προτού τα παραδώσει για εκτύπωση, αποβλέποντας στη γνώμη τού δασκάλου, που «ό,τι άγγιζε το έκανε καλύτερο», όπως του έγραφε. Μολονότι ο Τριανταφυλλίδης εκτιμούσε την ετυμολογική εργασία που επρόκειτο να δει σύντομα φως, φαίνεται ότι ενοχλείτο κάπως από το γεγονός ότι ο Ανδριώτης δεν τηρούσε σχολαστικά την ορθογραφία που είχε συστήσει η Νεοελληνική Γραμματική ήδη από το 1941. Έτσι, στις 17 Ιανουαρίου 1951, σε μακροσκελές γράμμα του ο Ανδριώτης διατυπώνει το παράπονό του και δίνει εξηγήσεις:
(...) Οι παρατηρήσεις σας, παρά τον κάπως σκληρό τρόπο τους, δε με ταράσσουν, όχι μόνο γιατί ξέρω ότι προέρχονται από αγαθή προαίρεση και προς εμένα και προς το έργο, αλλά και γιατί φυσικό είναι να μη συμφωνούμε σε όλα. Εσείς δίνετε βασική σημασία στην αυστηρή εφαρμογή τής ορθογραφίας τής Γραμματικής. Σαν αίρεση σας φαίνεται η παράβασή της. Εγώ, όχι μόνο γιατί δε γράφω ορθογραφικό λεξικό, αλλά και γιατί ξέρω με τι τρόπο συναρμολογήθηκε το ορθογραφικό σύστημα, του δίνω, και με συγχωρείτε γι' αυτό, αξία σχετική, και το ακολουθώ στα κυριώτερα σημεία του, όχι σ' όλα. (...) Λέγοντας ότι η ορθογραφία που εφαρμόζω «μπερδεύει και συγχίζει» υπερτιμάτε το ρόλο τού Λεξικού μου ως ορθογραφικού οδηγού, που δεν είναι. Είναι πρόωρο ακόμα για να οριστή η τελική ορθογραφία μας. Ας μην ορκιζώμαστε λοιπόν σ' αυτή που προτείνει η Γραμματική.
Στον επίλογο του γράμματός του ο Ανδριώτης κλείνει ως εξής:
Πάντως επαναλαμβάνω ότι αν μπορούσαμε να εξετάσουμε προφορικά την κάθε μια περίπτωση, πιθανόν σε πολλές να άλλαζα γνώμη. Μα απ' εδώ πώς να συνεννοηθούμε; Ένα ταξίδι στην Αθήνα ισοδυναμεί για μένα με τη δημιουργία οικονομικού ελλείμματος. Λοιπόν τι θα γίνη; Νομίζω πως μάλλον πρέπει να μείνουν όπως είναι. Στις διορθώσεις θα φροντίσω να είμαι συνεπέστερος στο ορθογρ[αφικό] σύστημα που ακολουθώ, και θα βγάλω ίσως μερικές λέξεις που μπορεί να είναι λιγότερο κοινές από άλλες ή πολύ ξένες. Για τα άλλα μη χολοσκάτε. Όπως κάθε αρνί, θα κρεμαστώ από το πόδι μου. Και ελπίζω πως θ' αντέξη.
Ο Τριανταφυλλίδης απάντησε εκτενώς δύο ημέρες αργότερα. Από το αξιομνημόνευτο γράμμα του είναι επωφελές να σταχυολογήσει κανείς σημεία που ο ίδιος ο Τρ. είχε αριθμήσει, με σκοπό να υποστηρίξει την ορθογραφική ενοποίηση και την ακριβή εφαρμογή των υποδείξεων της Γραμματικής του, η οποία πλέον είχε αποκτήσει κρατική / θεσμική υπόσταση:
2. Λυπούμαι για το σκληρό τρόπο που λέτε. Νόμιζα άλλωστε ότι και εσείς είστε πιο ενήμερος για την ορθ[ογραφία] τής Γραμματικής και μου είχατε δηλώσει άλλωστε ότι θα έπρεπε να την ακολουθήσετε. (...)3. Την ορθογραφία τής Γραμματικής, εξηγώ στο φυλλάδιό μου με την απάντηση στο Λάκωνα [σ.: εννοεί τον συνεργάτη του στη Νεοελληνική Γραμματική Κλέανδρο Λάκωνα (Καρθαίο)] γιατί νομίζω πως πρέπει να την ακολουθούμε. Εξηγώ εκεί και γιατί την ακολουθώ από την πρώτη μέρα και σε γραφές που τις αποδέχτηκα χωρίς να συμφωνώ. Για τον τρόπο που «συναρμολογήθηκε», όπως λέτε, δεν ξέρω τι έχετε υπόψη σας. (...)4. Λεξικά ορθογραφικά ή ετυμολογικά ή άλλα είναι έργα που μένουν και που γίνονται οδηγοί για τους πολλούς, όπως γίνεται ήδη με το Λεξικό τής «Πρωΐας» ή άλλα, που διαιωνίζει όσα ορθογράφησε εκεί ο Αναγνωστόπουλος, ενώ η Ακαδημία δεν κηδεμονεύει πια όσα είχαν θεσπιστή τότε στ' όνομά της. (...)6. Όσα λέτε για τη διαφορά ετυμολογικού και ορθογραφικού λεξικού δεν τα κρίνω σωστά.
Προσθέτει στο γράμμα του το ακόλουθο υστερόγραφο:
Για την ορθ[ογραφία] έκαμα τις παρατηρήσεις μου με την πεποίθηση πως εφαρμόσατε το σύστημα της Γραμματικής, αφού και στο ζήτημα της υποταχτικής θέλατε να την ξαναδιατηρούσατε. Τώρα βλέπω πως και σε άλλα, λ.χ. τη δάσυνση του ισπανικός, είστε συντηρητικός. Καλύτερα λοιπόν να μην ανακατωθώ στο ζήτημα αυτό καθόλου. Θέλετε να περιοριστώ στην υπόδειξη των λημμάτων και των παραπεμπτικών από δευτερώτερα, που κρίνω περιττά; Για την ουσία και τις ετυμολογίες που αναφέρετε (όσα είδα πρόχειρα και στα πεταχτά) είναι πάντα πολύ καλά.
O Ανδριώτης τύπωσε το λεξικό του τον ίδιο χρόνο, ωφελημένος αναμφίβολα από τις υποδείξεις, τους δισταγμούς και, κάποτε, τον έλεγχο του Τριανταφυλλίδη. Το λεξικό, παρά τις ατέλειες και τις ασυνέπειές του, έφθασε να είναι μέχρι τώρα το μόνο αμιγώς ετυμολογικό λεξικό τής Νέας Ελληνικής (με τελευταία την τρίτη του έκδοση, το 1983, όπου περιελήφθησαν αυτόγραφες διορθώσεις τού εκλιπόντος πια Ανδριώτη).
Από τον διάλογο αυτόν μπορούμε, νομίζω, να ξεχωρίσουμε μερικά βασικά ζητήματα που τον καθιστούν επίκαιρο.
Εν πρώτοις, η ορθογραφία ενός λεξικού έχει σημασία. Το επιστημονικό λεξικογραφικό έργο αποτελεί γλωσσικό βοήθημα και έχει το πλεονέκτημα να καλύπτει ολόκληρο το σώμα τής γλώσσας, σε αντιδιαστολή προς τη γραμματική, όπου συνήθως παρατίθενται μόνον επιλεκτικά παραδείγματα. Τώρα που με το πλεονέκτημα της απόστασης ατενίζουμε τη Νεοελληνική Γραμματική (τη Γραμματική Τριανταφυλλίδη), κατανοούμε πόσους σκοπέλους είχε να αποφύγει και τι είδους αγώνα να διεξαγάγει απέναντι στην εκατέρωθεν προκατάληψη[*]. (Αυτό είχε κατά νου ο Ανδριώτης όταν αναφέρθηκε στον τρόπο με τον οποίο «συναρμολογήθηκε» η υιοθετηθείσα ορθογραφία.) Και εκτιμούμε, πιστεύω, ότι στη θέση-κλειδί βρέθηκε άνθρωπος σώφρων και νηφάλιος, ο οποίος παραμέρισε ακόμη και προσωπικές προτιμήσεις χάριν της επιστημονικής συνέπειας.
Διερωτώμαι πόσο είμαστε πρόθυμοι να πράξουμε το ίδιο σήμερα. Κάποτε η ίδια η προσωπική προτίμηση μεταμφιέζεται σε επιστημονική συνέπεια, για να την παρουσιάσουμε έτσι στους άλλους και να κερδίσουμε την ομογνωμία τους. Και μερικές φορές αρνούμαστε να αλλάξουμε οπτική γωνία, αμβλυωπώντας όταν άλλοι μας υποδείξουν κενά στον συλλογισμό, στα επιστημονικά δεδομένα ή στα συμπεράσματα που εκθέσαμε.
Ο Τριανταφυλλίδης δεν ήταν τέτοιος άνθρωπος. Ήδη στον πρόλογο της γραμματικής του αναγνωρίζει ότι κατά τη σύνταξή της στηρίχθηκε ως επί το πλείστον στους δοκιμότερους συγγραφείς τής δημώδους λογοτεχνίας, από τους οποίους αντλεί (ως είναι φανερό) τα περισσότερα παραδείγματα. Οι γλωσσικές επιλογές εκείνων των σπουδαίων λογοτεχνών τής προπολεμικής πεζογραφίας, όμως, αντανακλούσαν σε ορισμένα σημεία πεπαλαιωμένη δημοτική και δεν υιοθετήθηκαν στο σύνολό τους από τη Νεοελληνική Κοινή, η οποία έπρεπε να καλλιεργηθεί επαρκώς και στον επιστημονικό λόγο. Εκεί η ώσμωση με την καθαρεύουσα, που είχε μακρά ιστορική πορεία στον συγκεκριμένο τομέα, διεύρυνε το πεδίο λειτουργίας τόσο της γραμματικής όσο και του λεξικού, εφόσον αυτά τα έργα φιλοδοξούσαν να αντιπροσωπεύσουν την υπαρκτή γλωσσική κατάσταση.
Η Νεοελληνική Γραμματική συνετέλεσε καθοριστικά στην ενοποίηση της ορθογραφίας και βοήθησε ώστε να διδαχθεί ως κοινό κτήμα στις νέες γενεές. Το επιστημονικό λεξικό, από την πλευρά του, δεν έχει ρόλο απλού εφαρμοστή τής γραμματικής: απεναντίας, αποτελεί εργαλείο έρευνας και ελέγχου των κανόνων της σε κάθε λήμμα. Αντιμέτωπος με το σώμα τού λεξιλογίου ο Ανδριώτης και επισκοπώντας την ποικίλη προέλευση των τύπων, γρήγορα αντιλήφθηκε ότι δεν ήταν επιστημονικά σωστό να είναι το λεξικό ανακόλουθο με τον τίτλο του και να αθετεί τις ετυμολογικά βέβαιες γραφές. Δεν νομίζω πως υπάρχει ακόμη και σήμερα τρόπος να προσπεράσουμε τις ήδη έκτοτε διαπιστωμένες ασυνέπειες μερικών σχολικών γραφών. Εξήγησα γιατί στο προηγούμενο άρθρο μου.
Από την άλλη πλευρά, δεν είναι πρέπον να «ορκιζόμαστε», όπως σημείωνε ο Ανδριώτης, στο όνομα οποιασδήποτε γραμματικής ή λεξικού. Μόνο που για να αποσύρουμε το χέρι μας από την ορκωμοσία, χρειάζεται να βεβαιωνόμαστε ότι κατέχουμε τα σχετικά θέματα. Ενώ τα επιστημονικά έργα δεν είναι αλάνθαστα, ελλοχεύει διαρκώς ο κίνδυνος του ετυμολογικού ερασιτεχνισμού, αν παραλείψουμε να κατατοπιστούμε σφαιρικά ως προς το ζήτημα που κρίνουμε, αν αμελήσουμε να καταβάλουμε την επίμοχθη προσπάθεια που απαιτείται για να μελετήσουμε το κάθε τι και να μορφώσουμε γνώμη. Αν το ηλεκτρονικό και έντυπο περιβάλλον μοιάζει να ηγεμονεύεται από την ψευδώνυμη γνώση, είναι ίσως επειδή η απερισκεψία αποδεικνύεται ελκυστική και δεν απωθεί μέσω της επιστημονικής βασάνου όποιο ιδεολόγημα μας είλκυσε ή ταίριαξε στις αναζητήσεις μας. Συνεπώς, specta aurum in igne! Όταν χρειαστεί να αντιμετωπίσουμε προσωπικά κάθε εμπόδιο, εξαίρεση ή τύπο που βασάνισε τους προγενεστέρους, πιθανώς θα είμαστε σε καλύτερη θέση να δοκιμάσουμε τον κανόνα τής γραμματικής ή την υπόδειξη του λεξικού και, οπωσδήποτε, θα έχουμε κάνει σημαντικά βήματα για να καταστείλουμε την αλαζονεία που αμέσως σπεύδει να εκδηλωθεί σε κάθε δημόσιο διάλογο.
Η τελευταία μου παρατήρηση, όχι ασήμαντη πιστεύω, συνδέεται με το ύφος τής συζητήσεως για τα γλωσσικά θέματα. Οι έντονες διαφωνίες και οι βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις, στις οποίες κάποιος έχει επενδύσει ψυχικά, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε λόγια πικρά, παρεξηγήσεις και αλληλοκατηγορίες. Ο Ανδριώτης και ο Τριανταφυλλίδης δεν συμφωνούσαν σε όλα. Όταν ανέκυψαν σοβαρά προβλήματα στη συνεργασία τους, έχει πραγματική αξία να συλλογιστούμε πώς χειρίστηκαν το ζήτημα. Γράφει ο Ανδριώτης:
(...) Και αν τα λόγια μου σας πίκραναν, όπως κ' εμένα τα δικά σας, σκίσετε το γράμμα αυτό και λησμονήστε το, για να εξακολουθήσω να είμαι όπως τώρα περήφανος για τη φιλία μας.
Αναρωτιέμαι πόσο συνειδητοποιούμε ότι μας λείπουν σήμερα χειρονομίες γενναιοφροσύνης και ειλικρινούς παραδοχής όπως αυτή. Αντ' αυτών πληθαίνει η έπαρση και η αυτάρεσκη υπεροψία, που εμποδίζουν κάποιον να παραδεχτεί το σφάλμα του, ενώ συγχρόνως κοιτάζει να αρπαχτεί από κάποια λέξη τού συνομιλητή του, για να συνεχίσει ακώλυτος τον δικό του μονόλογο. Αν δεν έχουμε μέχρι τώρα πραγματικό διάλογο και λύση όποιων ελλείψεων μας άφησε η σχολική ορθογραφία, είναι σε μεγάλο βαθμό επειδή φανήκαμε κακοί συζητητές τους. Και τελείωσα με αυτό από το οποίο ίσως θα έπρεπε να αρχίσουμε...
[*] Επί παραδείγματι, το ζήτημα της γραφής τής αποκαλούμενης υποτακτικής ταλάνισε σοβαρά την επιτροπή συντάξεως. Αρκετοί δημοτικιστές είχαν ταχθεί αναφανδόν υπέρ της ενοποίησης των καταλήξεων και, όταν ο Τριανταφυλλίδης και αργότερα η Γραμματική δεν έστερξαν, διατύπωσαν κατηγορίες για συμβιβασμό και προδοσία. Σε γράμμα του γεμάτο παράπονα ο Πέτρος Βλαστός παρωδεί το καινοδιαθηκικό χωρίο γράφοντας στον Τριανταφυλλίδη: ...όσο βαστάς την υποταχτική δε θα μπεις στη βασιλεία των ουρανών. «Μακάριοι οι ανυπότακτοι, ότι αυτών η βασιλεία των ουρανών!»
Σημείωση: Τα αποσπάσματα από τις επιστολές έχουν ληφθεί από τον τόμο Μανόλης Τριανταφυλλίδης. Αλληλογραφία (φιλολογική επιμέλεια: Π. Μουλλάς, Μ. Βερτσώνη-Κοκόλη, Έ. Πέτκου), 2001, Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών.
1 σχόλιο:
Το λεξικό Ανδριώτη έχει μερικές ασυνέπειες ως προς την ορθογραφία. Για παράδειγμα, κόκαλο, κουκί, αλλά γλυτώνω, ρωδάκινο.
Δημοσίευση σχολίου