11/4/07

Η βάση τού μεταφορικού λόγου

  • Θα το ρισκάρω.
  • Οι πιθανότητες είναι εις βάρος μου / εναντίον μου.
  • Στην τελευταία αλλαγή ο προπονητής έριξε τον άσο που είχε στο μανίκι του.
  • Αν παίξεις σωστά τα χαρτιά σου, κανείς δεν μπορεί να σε σταματήσει.
  • Το καλό μου χαρτί είναι ότι με δικαιώνει η έκθεση της επιτροπής.
  • Νομίζω ότι μπλοφάρετε! Δεν έχετε στοιχεία εναντίον μου.
  • Διακυβεύεται η ίδια η ζωή του (< αρχ. κύβος «ζάρι»).

Ασφαλώς η ζωή δεν είναι τυχερό παιχνίδι, πολλώ δε μάλλον αφού τα τυχερά παιχνίδια με χρήματα αποτελούν επιβλαβή και εθιστική ενασχόληση. Τα παραδείγματα που προαναφέρθηκαν, όμως, ανήκουν στο καθημερινό λεξιλόγιο και μπορούν να βρεθούν χωρίς καθόλου κόπο σε οποιοδήποτε πλήρες λεξικό ή σε βάση γλωσσικών δεδομένων. Φυσικά, δεν ανήκουν σε ανθρώπους εξοικειωμένους με τη χαρτοπαιξία ή γνώστες των τυχερών παιχνιδιών. Μαρτυρούν ωστόσο ότι, αν και πιθανότατα αγνοούμε τους κανόνες τέτοιων παιχνιδιών, χρησιμοποιούμε λεξιλογικές επιλογές που εφαρμόζουν την ορολογία τού παίκτη σε πράξεις τής καθημερινής ζωής και σε συνέπειές τους.

Εξετάστε ορισμένα παραδείγματα, εν μέρει αντίστοιχα, από την Αγγλική:

  • I’ll take my chances.
  • The odds are against me.
  • If you play your cards right, you will accomplish it.
  • Still, I have a few ideas up my sleeve.
  • He is bluffing. They are holding nothing against you.
  • These are high stakes.
  • Your life is at stake.

Η προφανής αντιστοίχιση της ορολογίας των παιγνίων με αποφάσεις τής καθημερινής ζωής δεν είναι τυχαία. Είναι προφανές ότι οι ομιλητές παρατηρούν κάποιου βαθμού ομοιότητα, πραγματική ή εικαζόμενη, και την προβάλλουν στις λεξιλογικές και φραστικές επιλογές τους. Στη γνωσιακή γλωσσολογία (cognitive linguistics) θεωρούμε ότι αυτή η αντίληψη ομοιότητας (similarity perception) αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό τού μεταφορικού λόγου.


Η παραδοσιακή διδασκαλία τής μεταφοράς έχει υποπέσει σε σοβαρές πλάνες ως προς την παρουσίαση αυτής της αντίληψης ομοιότητας. Από τα σχολικά μας χρόνια έχουμε εξοικειωθεί με τυπικές μεταφορές, όπως π.χ. τα τριανταφυλλένια μάγουλα της κόρης ή αυτή η αλεπού με κορόιδεψε. Τέτοιες μεταφορές διδάσκονται συχνά ως τμήμα τής παραδοσιακής τεχνολογίας, δηλ. της αναγνώρισης των μερών τού λόγου και των καλολογικών στοιχείων του.


Μπορούμε να διακρίνουμε τρεις πυλώνες τής παραδοσιακής αντίληψης περί μεταφοράς. Κατόπιν θα εξετάσουμε πώς οι εν λόγω απόψεις αστοχούν να προσδιορίσουν ποια είναι η βάση τού μεταφορικού λόγου και τι κινητροδοτεί τη λειτουργία του.


1. Η μεταφορά διδάσκεται σαν ρητορικό σχήμα λόγου, το οποίο αποσκοπεί στην καλολογία και, ως εκ τούτου, στον στολισμό τής επικοινωνίας.
2. Η μεταφορά αντιμετωπίζεται σαν αποκλειστικά γλωσσικό φαινόμενο ή λειτουργία και συνίσταται απλώς στη χρήση μιας λέξεως ή φράσεως αντί άλλης.
3. Η μεταφορά θεωρείται ότι βασίζεται σε πραγματική και προϋπάρχουσα ομοιότητα, η οποία υφίσταται στον αποκαλούμενο «πραγματικό κόσμο». Επομένως, τα ροδοκόκκινα μάγουλα μιας κοπέλας οφείλουν την ονομασία τους σε πραγματική ομοιότητα με το χρώμα ορισμένων τριαντάφυλλων, ενώ κάποιος μπορεί να μας εξαπατήσει, όπως η αλεπού πλησιάζει ύπουλα το θύμα της.


Με αφετηρία τούς τρεις αυτούς πυλώνες κατανοούμε ότι η παραδοσιακή εικόνα τής μεταφοράς εστιάζεται στην πεποίθηση ότι πρόκειται για ειδική, μη συμβατική χρήση τής γλώσσας. Ο τομέας-πηγή (source domain), από τον οποίο αντλείται η μεταφορική χρήση, θεωρείται ότι έχει πραγματική, προϋπάρχουσα και αντικειμενική ομοιότητα με τον τομέα-στόχο (target domain), στον οποίο προβάλλεται.


Η γνωσιακή γλωσσολογία έχει τις τελευταίες δεκαετίες αναδείξει θεμελιώδεις αδυναμίες αυτού του παραδοσιακού μοντέλου.


Κατ’ αρχάς, δεν είναι δυνατόν να ορίσουμε για κάθε μεταφορά την «προϋπάρχουσα ομοιότητα», στην οποία εικάζουμε ότι στηρίζεται. Ας επιστρέψουμε στις μεταφορές που παρουσιάζουν τη ζωή σαν τυχερό παιχνίδι. Προφανώς οι ομοιότητες μεταξύ των δύο αυτών τομέων δεν είναι αντικειμενικές ή προϋπάρχουσες, δηλ. οι πράξεις και οι συνέπειές τους δεν έχουν εγγενή (inherent) ομοιότητα με τα τυχερά παιχνίδια, ώστε να υπάρχει μεταξύ τους άρρηκτη αιτιώδης σχέση. Αν αυτό αλήθευε, ο αριθμός των μεταφορικών χρήσεων θα ήταν πολύ περιορισμένος, διότι θα προϋπέθετε οντολογική σύνδεση. Θα σήμαινε επίσης ότι στις ιδιότητες των λέξεων είναι εξ υπαρχής αποθηκευμένες άπειρες έννοιες, οι οποίες αναμένουν τις κατάλληλες συνθήκες για να έλθουν στο φως.


Στην πραγματικότητα, η τυπική σημασιολογία έχει πέσει σε αυτήν ακριβώς την παγίδα, καθώς τείνει να θεωρεί τη μεταφορά επέκταση της αντικειμενικής σημασίας σε άλλες συνθήκες αληθείας (truth conditions), οι οποίες καθορίζουν αν η εν λόγω σημασία λαμβάνει την τιμή αληθής ή ψευδής. Ωστόσο, οι συνθήκες τής αντικειμενικής πραγματικότητας παρέχουν το πλαίσιο (frame), όχι τους τρόπους τής επικοινωνίας. Η τυπική σημασιολογία θα υποστηρίξει ότι ο μεταφορικός λόγος συνιστά έμμεση διατύπωση μιας σημασίας, η οποία θα μπορούσε να αποδοθεί ευθέως ή κυριολεκτικώς υπό άλλες συνθήκες. Ως εκ τούτου, κατά τη θεωρία αυτή, όταν λέμε ότι κάποιος χώνεψε καλά ό,τι του διδάξαμε, μεταφέρουμε σε άλλες συνθήκες αληθείας τη λειτουργία τής πέψης. Όταν δίνουμε σε κάποιον τροφή για σκέψη, διατυπώνουμε εμμέσως ό,τι θα μπορούσαμε ευθέως να πούμε με τη φράση ιδέες για σκέψη.


Η εν λόγω θέση αποτυγχάνει εντελώς να προσδιορίσει τη βάση τού μεταφορικού λόγου και αδυνατεί να εξηγήσει τι κινητροδοτεί κάθε νέα μεταφορά. Αν η σημασία μιας πρότασης προέρχεται από το άθροισμα των σημασιών των λέξεων, τότε οι λέξεις αποτελούν περιέκτες (containers) άπειρων προϋπαρχουσών σημασιών, τις οποίες απλώς φέρουμε στην επιφάνεια μέσω της μεταφοράς.


Η αστοχία αυτού του συμπεράσματος καταφαίνεται από το εξής παράδειγμα: Υποθέστε ότι επινοώ την απίθανη μεταφορά η θεωρία αυτή είναι καμωμένη από φτηνό στόκο (παράδειγμα του Lakoff), εννοώντας ότι είναι ανίσχυρη ή αδύναμη. Τι είναι αυτό που κάνει τον ομιλητή να επινοήσει τη συγκεκριμένη μεταφορά και πώς την κατανοεί ο ακροατής; Ασφαλώς ο στόκος δεν έχει εγγενείς ομοιότητες με τη θεωρία ούτε εμπεριέχει a priori τη σημασία «αδύναμος, ανίσχυρος». Επί παραδείγματι, μπορεί να καταφερθούμε μειωτικά εναντίον κάποιου, λέγοντας ότι ο άνθρωπος είναι στόκος και δεν καταλαβαίνει τίποτα! Δεν μπορούμε όμως να μιλήσουμε για *θεωρητικό στόκο ή *θεωρητικό ασβεστοκονίαμα, διότι οι λέξεις αυτές δεν έχουν, όπως ελέχθη, εγγενή σχέση με την έννοια της θεωρίας.


Η χρήση τής συγκεκριμένης λέξης οφείλεται σε δομική σχέση των δύο τομέων, η οποία αποκαλείται αντίληψη δομικής ομοιότητας (perceived structural similarity). Έδρα της είναι το γνωσιακό σύστημα με το οποίο είναι δημιουργημένος ο άνθρωπος. Το εν λόγω σύστημα επιτρέπει την αναγνώριση δομικών σχέσεων ή συνδέσεων μεταξύ δύο τομέων, οι οποίοι στην αντίληψη του ομιλητή παρουσιάζουν δυνατότητες αντιστοιχίσεως (mapping). Συνεπώς, η μεταφορά δεν είναι πρωταρχικά γλωσσικό, αλλά νοητικό φαινόμενο, που υστερογενώς αποτυπώνεται στη γλώσσα.


Το τελικό μας παράδειγμα το αποδεικνύει σαφώς. Εξετάστε τη μεταφορά Ο ΘΥΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΘΕΡΜΑΙΝΟΜΕΝΟ ΥΓΡΟ. Τομέας-πηγή είναι το ΘΕΡΜΑΙΝΟΜΕΝΟ ΥΓΡΟ και τομέας-στόχος είναι ο ΘΥΜΟΣ. Οι δομικές αντιστοιχίες που κινητροδοτούν αυτή τη μεταφορά είναι οι ακόλουθες (προηγείται ο τομέας-πηγή και ακολουθεί ο τομέας-στόχος):


Πηγή - Στόχος

Περιέκτης (π.χ. δοχείο) - Σώμα
Κλίμακα θερμότητας - Κλίμακα θυμού
Πίεση περιέκτη - Πίεση θυμού
Κοχλασμός από βρασμό - Κοχλασμός από θυμό
Όρια αντοχής περιέκτη - Όρια ελέγχου τού θυμού
Έκρηξη - Απώλεια ελέγχου


Έχοντας υπ’ όψιν τις παραπάνω αντιστοιχίες είμαστε σε καλύτερη θέση να κατανοήσουμε τι κινητροδότησε τις ακόλουθες μεταφορές:

  • Βράζει το αίμα του και δεν σηκώνει πολλά-πολλά.
  • Κόντεψα να σκάσω απ’ το κακό μου!
  • Δεν περίμενα να αντιδράσεις τόσο ψύχραιμα υπό πίεση.
  • Δεν μπορεί να ξεσπάει πάνω σου όποτε νευριάζει.
  • Μετά από ώρα ξεθύμανε και κατάφερα να του μιλήσω.
  • Η ένταση ανάμεσά τους σιγόβραζε.
  • Συγγνώμη! Φούντωσα και είπα πράγματα που δεν έπρεπε…

Ότι κάποιος μπορεί να βράζει από θυμό ή να δώσει τόπο στην οργή είναι ασφαλώς ζήτημα αγωγής και ικανότητας αυτοελέγχου. Αλλά η δυνατότητα να αντιληφθούμε, να γνωρίσουμε και να αποδώσουμε έτσι τα αισθήματά μας έχει την αφετηρία της στη δομή τού γνωσιακού μας συστήματος, που συνιστά τη βάση τού μεταφορικού λόγου.

Σημείωση. Παραδείγματα και στοιχεία τής γνωσιακής θεωρίας τής μεταφοράς άντλησα, μεταξύ άλλων, από τα βιβλία των W. Croft & D.A. Cruse, Cognitive Linguistics (Cambridge University Press, 2004) και του G. Lakoff, Women, fire and dangerous things: what categories reveal about the mind (University of Chicago Press, 1987).